θρίαμβοι

θρίαμβοι
θρίαμβος
hymn to Dionysus
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Κωνσταντινούπολη — (τουρκ. Istanbul). Πόλη (8.831.805 κάτ. το 2000) της ευρωπαϊκής Τουρκίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (5.220 τ. χλμ., 10.018.735 κάτ.). Είναι χτισμένη στις δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου (τουρκ. Halic) στο στόμιο του Βοσπόρου (τουρκ.… …   Dictionary of Greek

  • αλληγορία — Ο λεκτικός τρόπος που χρησιμοποιεί κάποιος όταν κάνει μεγάλες και τολμηρές μεταφορές αποσκοπώντας στη δημιουργία της εντύπωσης ότι εκείνα που λέει είναι διαφορετικά από εκείνα που σκέπτεται: Μη γεύεσθαι μελανούρων («μη μιλάτε στους κακούς… …   Dictionary of Greek

  • θρίαμβος — I Δημόσια πανηγυρική τελετή που πραγματοποιούσαν οι νικητές στρατηγοί στην αρχαία Ρώμη. O θ. οργανωνόταν μόνο ύστερα από αίτηση του στρατηγού δικτάτορα, ύπατου, ανθύπατου ή πραίτορα και με άδεια της Συγκλήτου. Περιλάμβανε μια μεγάλη πομπή, η… …   Dictionary of Greek

  • ξυλογραφία — Χαρακτική σε ξύλο. Τα καταλληλότερα ξύλα είναι η αχλαδιά, η μηλιά, η κερασιά, το τσιμισίρι, η συκομουριά και γενικά τα σκληρά και όχι εύθραυστα ξύλα. Υπάρχουν δύο τύποι ξ.: η ξ. σε όρθιο ξύλο και η ξ. σε πλάγιο ξύλο. Στην ξ. σε όρθιο ξύλο η… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Γιάκοπο ντελ Σελάιο — (Jacopo del Sellaio, Φλωρεντία 1442 – 1493). Ιταλός ζωγράφος. Λίγες πληροφορίες έχουμε για τη ζωή του και μόνο δύο έργα του (Πιετά στο Μουσείο Βερολίνου και Σταύρωση στον Άγιο Φρεντιάνο της Φλωρεντίας) έχουν ταυτιστεί με βεβαιότητα. Ωστόσο,… …   Dictionary of Greek

  • Ιακώβου, Χρήστος — (Κωνσταντινούπολη 1948 –). Ολυμπιονίκης και προπονητής της άρσης βαρών. Ο άνθρωπος που πιστώνεται με την άνθηση της ελληνικής άρσης βαρών και με ιστορικές ολυμπιακές επιτυχίες, μεγάλωσε στο ζαχαροπλαστείο της οικογένειάς του στην Κωνσταντινούπολη …   Dictionary of Greek

  • Καρόν, Αντουάν — (Antoine Caron, Μποβέ 1521; – Παρίσι 1599;). Γάλλος ζωγράφος και σχεδιαστής. Αφού φιλοτέχνησε πολλούς πίνακες με θρησκευτικό περιεχόμενο στην ιδιαίτερη πατρίδα του, άρχισε να εργάζεται στα ανάκτορα του Φοντενεμπλό με τον Πριματίτσιο (1540 50).… …   Dictionary of Greek

  • Μπέκερ, Μπόρις — (1967 –). Πρωταθλητής τένις. Ο Μπόρις Μπέκερ γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου του 1967 στο Λάιμεν της τότε Δυτικής Γερμανίας και υπήρξε ο νεότερος αθλητής που κατακτά το φημισμένο τουρνουά του Γουίμπλεντον· ήταν ακόμη 17 ετών και επτά μηνών όταν… …   Dictionary of Greek

  • Τζόνσον, Μπεν — (Μπέντζαμιν) (Jonson, Λονδίνο 1572 – 1637). Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Από τα βιογραφικά στοιχεία που διασώθηκαν ξέρουμε ότι η ζωή του Τ. δεν ήταν εύκολη: πέρασε από διάφορα επαγγέλματα, σπούδασε στη σχολή του Ουεστμίνστερ, έπαιξε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”